Κυριάκος Κ. Σκαφάς(mailto:kskafas@usa.net) Νοε 1999
Κάποια σχόλια σχετικά με τα benchmarks - συγκριτικά μεταξύ NT και Linux που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας.
Υπόσχομαι οτι δεν θα μου γίνει συνήθεια, αλλά, τουλάχιστον αυτή τη πρώτη φορά, θα πρέπει να επεκταθώ σε κάτι που δεν έχει παρά ελάχιστη μόνο σχέση με το θέμα που θα πραγματευθώ παρακάτω. Την αγωνία που βιώνει ο αρθρογράφος πριν, αλλά και κατά την αναζήτηση και ανάπτυξη του θέματος. Ποιό ύφος θα πρέπει να υιοθετήσω, να γράψω σε πρώτο ή τρίτο πρόσωπο, να φαίνομαι απόμακρος ή προσιτός; Επέλεξα να παραμείνω απλώς ο εαυτός μου. Για να είμαι ειλικρινής, όμως, δεν ήταν αυτό το κύριο πρόβλημα που αντιμετώπισα. Πιό θέμα να διαλέξω; Πόσο να το αναπτύξω; Η απάντηση ήταν σχεδόν αυτονόητη: αφού αυτό θα είναι το πρώτο άρθρο, το περιεχόμενο θα πρέπει να έχει πανηγυρικό ύφος. Θα πρέπει να γράψω για την ανωτερότητα του Linux έναντι άλλων λειτουργικών συστημάτων, όπως αυτών της Microsoft. Και τι θα αποτελούσε την καλύτερη απόδειξη παρά μια παράθεση αποτελεσμάτων γνωστών έγκυρων και έγκριτων συγκριτικών benchmarks; Και ενώ είχα αποφασίσει για τα πάντα, προέκυψαν τα λεγόμενα Mindcraft Benchmarks.
Η Mindcraft[1] είναι μια εταιρία η οποία αναλαμβάνει για λογαριασμό των εκάστοτε πελατών της να φέρει σε πέρας μελέτες που τους αφορούν και να δημοσιεύσει τα αποτελέσματα μετά από άδεια τους ( http://www.mindcraft.com/company/[2]). Η παραπάνω εταιρία ανέλαβε για λογαριασμό της Microsoft να φέρει σε πέρας τρεις μελέτες που αφορούν στις επιδόσεις του επαγγελματικού λειτουργικού συστήματος της Microsoft, Windows NT 4.0 αναβαθμισμένα με το Service Pack 4 σε σχέση με αυτό της Sun[3], Solaris 2.6. ( http://www.mindcraft.com/whitepapers/nts4sol26web.html[4]), σε σχέση με αυτό της Novell[5], Netware 5.0 ( http://www.mindcraft.com/whitepapers/nts4nw5filesvr.html[6]) και τέλος σε σχέση με το Linux[7] και συγκεκριμμένα με το RedHat[8] Linux 5.2 (έκδοση πυρήνα 2.0.36) αναβαθμισμένο στον πυρήνα (kernel) 2.2.2 ( http://www.mindcraft.com/whitepapers/first-nts4rhlinux.html[9]), σε αντίστοιχο, παρόμοιο ή και όμοιο υλικό (hardware), των οποίων τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν με διαφορά δύο εβδομάδων μεταξύ τους.
2: http://www.mindcraft.com/company/
4: http://www.mindcraft.com/whitepapers/nts4sol26web.html
6: http://www.mindcraft.com/whitepapers/nts4nw5filesvr.html
9: http://www.mindcraft.com/whitepapers/first-nts4rhlinux.html
Ευνόητο είναι ο,τι αφού δημοσιεύθηκαν τα αποτελέσματα αυτά ήταν ευνοϊκά για τον πελάτη. Όπως ήταν άλλωστε αναμενόμενο, και στις τρεις περιπτώσεις αντέδρασαν οι ηττημένοι ( Novell[10]). Στη πρώτη περίπτωση, η ήττα της Sun εξέπληξε. Το Solaris είναι ένα αυθεντικό και με μακρά ιστορία Unix, βασισμένο στο AT&T Unix System V με διάφορα στοιχεία από BSD Unix, με αρχιτεκτονική 64bit, με σύστημα αρχειοθέτησης ικανό για γρήγορη ανάκαμψη από βλάβες (Journalling FileSystem - JFS), με συμμετρική πολυδιεργασία (Symmetrical MultiProcessing - SMP) για ταυτόχρονη χρήση μέχρι 128 επεξεργαστων, ιδιότητα τέτοια ωστέ πολλοί δικτυωμένοι υπολογιστές να συμπεριφέρονται σαν ένας (clustering) και πολλά άλλα, αναρίθμητα, χαρακτηριστικά τα οποία βελτιώνουν την ταχύτητα, καθώς και άλλα που δεν την επηρεάζουν. Αντίθετα, στη δεύτερη περίπτωση, η ήττα της Novell ήταν αναμενόμενη, επειδή παρά το γεγονός ο,τι το Netware έχει την δυνατότητα της πλήρους διαχείρισης από έναν υπολογιστή και όλων των άλλων σε ένα δίκτυο (Novell Directory Services - NDS) και μία από τις καλύτερες εικονικές μηχανές για την γλώσσα προγραμματισμού Java (Java Virtual Machine - JVM), δεν είχαν καταβληθεί ιδιαίτερες προσπάθειες για την βελτίωση της ταχύτητας του. Και ενώ αντέδρασαν επίσημα οι παραπάνω εταιρίες δεν δημιουργήθηκε ποτέ θέμα, επειδή δεν αντέδρασαν οι χρήστες και οι χρήστες δεν αντέδρασαν είτε επειδή ήταν, απλώς, λίγοι, είτε επειδή είχαν ήδη επενδύσει σε ένα από τα παραπάνω λειτουργικά συστήματα, ήταν ευχαριστημένοι και ανεξάρτητα από τα δημοσιεύματα, δεν ήταν διατεθιμένοι να τα αλλάξουν. Στη τρίτη, όμως, περίπτωση, σχεδόν κυριολεκτικά, αναταράχθηκε το Διαδίκτυο.
10: http://www.novell.com/advantage/nw5/nw5-mindcraftcheck.html
Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, τα Windows NT αποδείχθηκαν[11] κατά 3,7 φορές ταχύτερα του Linux στον τομέα εξυπηρέτησης στατικών δεδομένων HTTP και κατά 2,5 φορές στον τομέα εξυπηρέτησης SMB. HTTP και SMB ονομάζονται τα προτόκολλα διαμεταγωγής δεδομένων, όπως ιστοσελίδων και εικόνων, στον παγκόσμιο ιστό (World-Wide Web - WWW) και αρχείων στα δίκτυα Windows, αντίστοιχα. Το λογισμικό (software) για τα Windows NT αποτελούσαν ο Microsoft Internet Information Server 4.0 και οι ενσωματωμένες υπηρεσίες SMB και για το Linux ο Apache 1.3.4 και η Samba 2.0.1.
11: http://www.mindcraft.com/whitepapers/first-nts4rhlinux.html#exec_summary
Το υλικό ήταν κοινό, ένας εξυπηρετητής (server) της Dell, ο PowerEdge 6300/400, ο οποίος διαθέτει τέσσερεις επξεργαστες Pentium II Xeon 400MHz, 1 MByte Cache, 1 GByte RAM, έναν σκληρό δίσκο 9 GBytes και σε συστειχία (Redundant Array of Inexpensive Disks - RAID) οκτώ σκληρούς δίσκους 4 GBytes, τέσσερεις κάρτες δικτύου Ethernet 100 MBit, και ο οποίος κοστίζει $50.000[12].
12: http://www.mindcraft.com/whitepapers/first-nts4rhlinux.html#products
Στο Διαδίκτυο, ο Apache, απολαμβάνει ένα ποσοστό περίπου 54%, το μεγαλύτερο, ακόμη μεγαλύτερο από το άθροισμα των ποσοστών των Netscape και Microsoft, και υπερδιπλάσιο από του καθενός ξεχωριστά. Ο μεγαλύτερος από τους υποστηρικτές του Apache είναι η International Business Machines (IBM), η οποία δεν χρειάζεται συστασεις και η οποία τον ενσωμάτωσε στην WebShere, στην λύση της για ηλεκτρονικό εμπόριο (e-commerce). Η Samba αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική λύση στη θέση ενός αυθεντικού εξυπηρετητή SMB και απολαμβάνει, μεταξύ άλλων, της υποστήριξης της Silicon Graphics (πρόσφατα μετoνομάσθηκε σε SGI), της οποίας τα μηχανήματα χρησιμοποιούνται στην κατασκευή οπτικών F/X σε ταινίες, όπως Terminator 2 και Jurassic Park και η οποία με αυτό συνοδεύει το λειτουργικό σύστημα της. Πρέπει να σημειωθεί οτι η Microsoft δε δημοσίευσε ποτέ κάποια περιγραφή των χαρακτηριστικών και των λειτουργειών του SMB με αποτέλεσμα οι προγραμματιστές της Samba να αναγκασθούν να παρακολουθήσουν με ιδιαίτερη προσοχή τα πακέτα δεδομένων που πηγαινοέρχονταν σε δίκτυα που χρησιμοποιούσαν SMB για να καταφέρουν να αναπαράγουν τη συμπεριφορά του SMB με τη Samba.
Επίσης, υπάρχουν διάσπαρτες στο Διαδίκτυο πολλές άλλες μελέτες πρόσφατες και παλαιότερες, οι οποίες συνίστανται ή, απλώς, υποστηρίζονται από benchmarks, των οποίον τα πορίσματα[13] συγκρούονται με αυτά των Mindcraft Benchmarks.
13: http://www.unix-vs-nt.org/kirch/
Έτσι, πολλοί ήταν αυτοί που έσπευσαν να καταδικάσουν την Mindcraft. Η Mindcaft επιτέλεσε θαυμαστό έργο στην παραμετροποίηση των Windows NT, ενώ αποδείχθηκε παντελώς ανίκανη στην παραμετροποίηση του Linux, του Apache και της Samba, αφού σε πολλές περιπτώσεις άλλαξε τις προεπιλεγμένες παραμέτους σε άλλες οι οποίες μείωναν τις επιδόσεις. Το Linux δεν διέθετε "ώριμο" οδηγό του ελεγκτή της συστοιχίας των δίσκων της AMI. Θα μπορούσε κάλλιστα στη θέση αυτού του ελεγκτή να τοποθετηθεί κάποιος άλλος, που υποστηρίζεται πλήρως, όπως αυτοί της Mylex και της Vortex. Στα Windows ΝΤ διατέθηκε όλη, ενώ στο Linux διατέθηκε μόνο το 96% της μνήμης του συστήματος. Σε ένα τέτοιο μηχάνημα, αυτό αντιστοιχεί σε μείωση κατά 4% των επιδόσεων. Στο Linux διατέθηκε μόνο το 60% της μνήμης για προσωρινή αποθήκευση κάποιων δεδομένων των σκληρών δίσκων (buffering). Ο πυρήνας 2.2.2, στον οποίο αναβαθμίστηκε το Linux, παρουσίαζε προβλήματα στην εξυπηρέτηση πελατών Windows. Όλοι οι πελάτες ήταν Windows 95. Και ο Apache και η Samba μεταγλωττίστηκαν από τη Mindcraft διαφορετικά από ο,τι από την RedHat. Αυτό είχε σαν επακόλουθο μειώση των επιδόσεων. Και στον Apache προσδιορίστηκε λάθος ο αριθμός των αρχικών και των διαθέσιμων εξυπηρετητών (οι StartServers θα έπρεπε να είναι τουλαχιστον 150 και οι SpareServers μέχρι και άλλοι τόσοι) και στη Samba απενεργοποιήθηκε μια επιλογή που μείωσε καταλυτικά τις επιδόσεις ("widelinks=no"). Στα μάτια των περισσοτέρων πεπειραμένων χρηστών Linux, η ενέργεια αυτή χαρακτηρίσθηκε εσκεμμένη και διαβολική. Η Mindcraft διαμαρτηρήθηκε, λέγοντας πως το προσωπικό της ζήτησε τη γνώμη των χρηστών Linux σχετικά, σε news groups και mailing lists, και οτι αυτοί δεν απάντησαν, κάτι το οποίο έρχεται σε αντίθεση με την εδραιωμένη από παλιά, ακόμη, φήμη τους που τους θέλει πάντα πρόθυμους να προσφέρουν βοήθεια (http://www.infoworld.com/cgi-bin/displayTC.pl?/97poy.supp.htm[14]). Οι χρήστες Linux αντεπιτέθηκαν, λέγοντας πως οι ερωτήσεις οι οποίες ετέθησαν δεν ήταν παρά γενικολογίες, ενώ παράλληλα δημιουργήθηκαν σχεδόν μισή δωδεκάδα sites με οδηγίες για τη καλύτερη δυνατή παραμετροποίηση ενός Linux συστήματος, ανάλογα με τη χρήση (http://www.linux.com/tuneup/[15]). Στην διαδρομή προέκυψαν και άλλα στοιχεία. Το προσωπικό της Mindcraft επικοινωνούσε με τον υπόλοιπο κόσμο από τις εγκαστάσεις της Microsoft, και γρήγορα έγινε αντιληπτό ο,τι και τα Mindcraft Benchmarks πραγματοποιήθηκαν στις εγκαταστάσεις της Microsoft.
14: http://www.infoworld.com/cgi-bin/displayTC.pl?/97poy.supp.htm
15: http://www.linux.com/tuneup/
Ακόμα και η Microsoft, δια του αντιπροσώπου της Ian Hatton, παραδέχθηκε την μη εγκυρότητα των Benchmarks[16].
16: http://www.itweb.co.za/sections/enterprise/1999/9904221410.asp
Έτσι η Mindcraft επανέλαβε τα Benchmarks με την βοήθεια γνωστών προσωπικοτήτων της κοινότητας χρηστών Linux, όπως του Linus Torvalds, αρχικού δημιουργού και μετέπειτα συντονιστή της ανάπτυξης του πυρήνα, και το Jeremy Allison, κύριου προγραμματιστή της Samba, αλλά δεν δημοσίευσε τα αποτελέσματα, επει��ή ήταν πολλοί εκείνοι που την κατηγόρουσαν για αδιαφάνεια.
Η Mindcraft έπρεπε να υπερασπίσει το κύρος της, άλλωστε αυτό είναι το είδος το οποίο εμπορεύεται. Έμμεσα παραδεχόμενη την προφανή και πρωτοφανή της ανικανότητα να φέρει σε πέρας την μελέτη που τις ανατέθηκε, πρότεινε την επανάληψη των benchmarks, από τον ανεξάρτητο εκδοτικό οργανισμό Ziff-Davis[17] και πιο συγκεκριμμένα από το περιοδικό PC Week[18], παρουσία αντιπροσώπων της Microsoft, της RedHat και της Mindcraft[19]. Αν επιβεβαιωνόταν η Mindcraft το κύρος της θα αποκαθίστατο και η Microsoft θα είχε στα χέρια της μια σχετικά αξιόπιστη απόδειξη της ανωτερότητας του δικού της λειτουργικού συστήματος, στη θέση μιας παρωδίας.
18: http://www.zdnet.com/pcweek/
19: http://www.mindcraft.com/openbenchmark.html
Πράγματι, τα benchmarks επαναλήφθηκαν, δικαίωσαν την Mindcraft ως προς την ορθότητα των αποτελεσμάτων με την συγκεκριμμένη παραμετροποίηση, απέδειξαν οτι το Linux θα μπορούσε να είχε αποδώσει καλύτερα, όπως επίσης οτι σε καμμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να αποδώσει καλύτερα από τα Windows NT στο ίδιο υλικό. Βαθύτερη μελέτη των αποτελεσματων αποκάλυψε τους λόγους. Ο κυριότερος λόγος είναι ο,τι το Linux δεν υποστηρίζει πολυνηματική δικτύωση (multithreaded TCP/IP stack), δηλαδή δεν μπορεί να διαβιβάσει σε μία ορισμένη στιγμή δεδομένα παρά μόνο μέσω μίας δικτυακής σύνδεσης ( http://www.zdnet.com/pcweek/stories/news/0,4153,1015266,00.html[20]). Ένας δευτερεύων λόγος είναι ο,τι το Linux δεν διαθέτει αρκετά καλή συμμετρική πολυδιεργασία, δηλαδή δεν μπορεί να εκμεταλλευθεί στο έπακρο κανέναν επεξεργαστή μετά τον πρώτο, αλλά αντίστοιχο πρόβλημα αντιμετωπίζουν και τα Windows NT.
20: http://www.zdnet.com/pcweek/stories/news/0,4153,1015266,00.html
Κανένας δεν απελπίστηκε στον χώρο του Linux. Ανάμεσα σε αυτούς υπήρξαν κάποιοι που διακομώδησαν το όλο συμβάν[21] και αρκετοί που από τη πρώτη στιγμή καλωσόρισαν τα Mindcraft Benchmarks ως ευεργετικά για την βελτίωση του Linux, όπως άλλα παρόμοια benchmarks του παρελθόντος[22]. Το πρόβλημα της δικτύωσης ήταν ήδη γνωστό και διορθωνεται πρόχειρα στη τρέχουσα σειρά σταθερών πυρήνων (2.2.x), αλλά και αποφασιστικά στην πειραματική σειρά των πυρήνων (2.3.x). Το πρόβλημα της συμμετρικής πολυδιεργασίας έχει αντιμετωπιστεί στη τρέχουσα σειρά σταθερών πυρήνων και σε άκρως ικανοποιητικό βαθμό στις εκδόσεις μετά την 2.2.10 ( http://www.kegel.com/mindcraft_redux.html[23], http://www.cpureview.com/art_smp_f.html[24] και http://linuxtoday.com/stories/10091.html[25]). Στην επόμενη σειρά σταθερών πυρήνων (2.4.x), η οποία θα κυκλοφορίσει μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, θα περιλαμβάνονται αρκετές ακόμη βελτιώσεις και προσθήκες.
21: http://segfault.org/story.phtml?mode=2&id=377c4f9f-039ab200
22: http://members.tripod.com/~e_l_green/mindcraft.html
23: http://www.kegel.com/mindcraft_redux.html
24: http://www.cpureview.com/art_smp_f.html
25: http://linuxtoday.com/stories/10091.html
Ποιά είναι λοιπόν τα συμπεράσματα;
Μέχρι να εμφανιστεί η επόμενη σειρά σταθερών πυρήνων και πρίν απο την κυκλοφορία των Windows 2000 (των μέχρι πρόσφατα αποκαλούμενων Windows NT 5.0), το Linux θα υστερεί σε σχέση με τα Windows NT στο συγκεκριμμένο και εξωπραγματικό μηχάνημα που κοστίζει εκπληκτικά πολύ.
Είναι παραδεκτό ο,τι πιο συμφέρουσα και από άποψη απόδοσης, αλλά και από άποψη τιμής είναι μια λύση που συνίσταται σε ένα σύνολο σημαντικά φθηνότερων δικτυομένων μηχανημάτων, τα οποία επωμίζονται εξίσου τον φόρτο εργασίας (computer farm). Με το ίδιο κόστος τη θέση του εξωπραγματικού αυτού μηχανήματος θα μπορούσαν να αναλάβουν 20 συνηθισμένα μηχανήματα. Στη περίπτωση βλάβης ή αναβάθμισης του εξωπραγματικού μηχανήματος θα παρουσιάζονταν διακοπή παροχής υπηρεσειών, ενώ αντίθετα στη περίπτωση ενός μηχανήματος από ένα σύνολο, τα άλλα θα συνέχιζαν κανονικά.
Επιπλέον, τέσσερεις κάρτες δικτύου των 100 MBits αποδίδουν συνολικά 400 MBits. Τα περισσότερα τοπικά δίκτυα (Local Area Networks - LANs) περιορίζονται σε έναν δίαυλο των 100 ή 10 Mbits (Fast ή απλό Ethernet), οι περισσότεροι παροχείς υπηρεσιών Διαδικτύου (Internet Services Providers - ISPs) περιορίζονται σε λιγότερα από 2 MBits (συνήθως E1/T1 1,544 MBits), οι επικοινωνίες μέσω του ψηφιακού δικτύου υπηρεσιών (Intergraded Services Digital Network - ISDN) περιορίζονται σε 0,128 ή 0,064 MBits (128 και 64 KBit αντίστοιχα) και τα τηλεφωνικά modems, των οποίων η ταχύτητα αποκλείεται να αυξηθεί λόγω των περιρισμών που επιβάλει το τηλεφωνικό δίκτυο, περιορίζονται σε περίπου 0,0576 MBits (57,6 KBits που αντιστοιχούν σε περίπου 57,6 Kbps).
Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί ο,τι η συστοιχία δίσκων του μηχανήματος ήταν τύπου 0 (RAID 0), η οποία δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη ταχύτητα και όχι στη αξιοπιστία. Σε ένα επιχειρισιακό περιβάλλον προτεραιότητα έχει η αξιοπιστία και όχι η ταχύτητα και για αυτόν τον λόγο πιθανότατα θα χρησιμοποιούταν συστοιχία δίσκων είτε τύπου 5 (RAID 5) είτε συνδιασμός τύπων 0 και 5 (RAID 0,5).
Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί οτι σε ένα επιχειρισιακό περιβάλλον τα δεδομένα δεν είναι στατικά, δηλαδή το περιεχόμενο των ιστοσελίδων δεν είναι σταθερό και δεδομένο εκ των προτέρων, αλλά δυναμικά, δηλαδή το περιεχόμενο συνεχώς αλλάζει και είναι μέλημα του εξυπηρετητή - πιθανότατα με τη βοήθεια μιας γλώσσας δέσμης εντολών (batch ή scripting language) - να αντλεί τα δεδομένα από μια βάση δεδομένων (database) ή να τα συλλέγει άμεσα από τις εκάστοτε πηγές, να τα μετατρέπει και να τα παρουσιάζει ανάλογα, σαν ιστοσελίδες ή εικόνες. Η επιδόσεις του Apache είναι μέτριες σε στατικά και εκπληκτικές σε δυναμικά δεδομένα. Συνεπώς, δεν θα έπρεπε να χρησιμοποποιηθεί ο Apache στα Mindcraft Benchmarks, αλλά κάποιος άλλος εξυπηρετητής, όπως ο ZHTTPd.
Οι συνεργάτες του γερμανικού περιοδικού c't αντιλαμβάνόμενοι κάποια από τα παραπάνω διεξήγαγαν μία παρόμοια μελέτη[26].
26: http://www.heise.de/ct/english//99/13/186-1/
Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, το Linux αποδείχθηκε κατάτι ταχύτερο στον τομέα εξυπηρέτησης στατικών και κατά πολύ ταχύτερο στον τομέα εξυπηρέτησης δυναμικών δεδομένων από τα Windows NT. Το λογισμικό για το Linux ο Apache 1.3.6 και για τα Windows NT αποτελούσαν ο Microsoft Internet Information Server 4.0.
Πάλι το υλικό ήταν κοινό, ένας εξυπηρετητής της Siemens, ο Primergy 870, ο οποίος διαθέτει τέσσερεις επεξεργαστές Pentium II Xeon 450MHz, 512 ΚByte Cache, 2 GBytes RAM, σε συστοιχία τέσσερεις σκληρούς δίσκους και δύο κάρτες δικτύου Ethernet 100 MBit και ο οποίος κοστίζει 100.000,- DM.
Αρχικά στο μηχάνημα ήταν προεγκατεστημένα τα Windows NT 4.0 αναβαθμισμένα με το Service Pack 3 και το SuSE Linux 6.1 (έκδοση πυρήνα 2.2.5). Τα πρώτα αποτελέσματα ήταν αποκαρδιωτικά, ειδικά για το Linux, και έτσι και τα δύο λειτουργικά συστήματα αναβαθμίστηκαν εκ νέου. Τα Windows NT με το Service Pack 4 και το Linux στον πυρήνα 2.2.9.
Η μελέτη του εν λόγω περιοδικού δεν είναι μόνο ανατρεπτική, αλλά αποκαλύπτει την ταχύτητα με την οποία εξελίσεται και βελτιώνεται ο πυρήνας του Linux. Η Mindcraft χρησιμοποίησε την έκδοση 2.2.2 και όταν το c't αντίκρισε την έκδοση 2.2.5 την βρήκε εξαιρετικά αργή και έτσι χρησιμοποίησε την 2.2.9. Οι τρεις εκδόσεις διαφέρουν μεταξύ τους μόνο ως προς το τρίτο δεκαδικό ψηφίο και το μέγιστο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στην εμφάνιση τους δεν υπερβαίνει τον μήνα (!). Δεν υφίσταται σύγκριση με άλλα προγράμματα (και όχι αποκλειστικά με άλλα λειτουργικά συστήματα) τα οποία διατίθενται χωρίς τον πηγαίο κώδικα (closed source), τα οποία συχνά κοστίζουν υπερβολικά, των οποίων αργούν να κυκλοφορήσουν οι νέες εκδόσεις και όταν κυκλοφορούν είναι σχεδόν ίδιες με τις προηγούμενες.
Επιπλέον, η Mindcraft παρέληψε τη σύγκριση στους τομείς της διαθεσιμότητας, της ασφάλειας, της αξιοπιστίας, της σταθερότητας, της επεκτασιμότητας και του κόστους, τομείς στους οποίους τα Windows NT υστερούν[27]. Το Linux και ειδικά οι εφαρμογές του, πολλές από τις οποίες προηγήθηκαν του ίδιου, είναι διαθέσιμες για πολλές πλατφόρμες, δοκιμάστηκαν εξαντλητικά και κάθε φορά όταν εντοπίζεται ένα πρόβλημα, μια παράλειψη, μια δυσλειτουργία, αμέσως διορθώνεται, παρακάμπτεται, "μπαλώνεται", από τους ίδιους τους προγραμματιστές ή και από τους χρήστες και είναι απολύτως δωρεάν για απεριόριστο αριθμό χρηστών και μηχανημάτων. Κάτι τέτοιο είναι δυνατό επειδή οι προγραμματιστές είναι γνωστοί και άμεσα προσιτοι από τους χρήστες, αλλά και επειδή ο πηγαίος κώδικας είναι διαθέσιμος.
27: http://www.zdnet.com/sr/stories/news/0,4538,2309474,00.html
Μετά την παράθεση όλων αυτών των λόγιων επιχειρημάτων θα έπρεπε (ευχαριστημένος) να τελειώσω συνοψίζοντας. Όμως, αλίμονο, δε φθάνει, απλώς, να διαφωτίσω κάποιους από τους αναγνώστες για αυτήν την μελέτη και για αυτά τα αποτελέσματα, θα πρέπει να τους προετοιμάσω για τα μελλούμενα.
Η Microsoft, η IBM, ο προκάτοχος της στην κυριαρχία του χώρου της πληροφορικής, και κάθε άλλη μεγάλη εταιρία μεταχειρίζεται με ιδιαίτερη δεξιοτεχνία τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να πετύχει του σκοπούς της. Στη περίπτωση των Mindcraft Benchmarks διέδωσε φόβο, αβεβαιότητα και αμφιβολία (Fear, Uncertainty and Doubt - FUD). Επιχείρησε να προβάλει την κατωτερότητα του Linux έναντι των Windows NT βασιζόμενη σε ένα μόνο πρόβλημα του Linux το οποίο παρουσιαζόταν σε εξαιρετικά απίθανες περιπτώσεις. Και τα κατάφερε. Η Mindcraft μεταχειρίστηκε για χάρη της Microsoft, του εργοδότη της, κάθε διαθέσιμη μέθοδο FUD[28].
28: http://linuxtoday.com/stories/7972.html
Για παράδειγμα τα Benchmarks δεν είχαν καμμία σχέση με τα γενικευμένα πορίσματα, τα οποία δεν ίσχυουν παρά μόνο για μηχανήματα με περισσότερες από δύο δικτυακές συνδέσεις των 100 MBits.
Αγνοήθηκαν τυχόν άλλοι ανταγωνιστέ�� των Windows NT, όπως τα παρόμοια με το Linux, δωρεάν Unices, δηλαδή τα FreeBSD, OpenBSD και NetBSD, τα οποία είχαν καλύτερη δικτυακή συμπεριφορά, στο παρελθόν τουλάχιστον ( http://www.daemonnews.org/199908/d-advocate.html[29]).
29: http://www.daemonnews.org/199908/d-advocate.html
Συμπερασματικά, το Linux, παρά τα πρόσφατα αρνητικά αποτελέσματα, παραμένει μια εξαίσια επιλογή και στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων παραμένει μια επιλογή καλύτερη από τα Windows NT. Έχει ανακτήσει το χαμένο έδαφος και σύντομα θα ξεπεράσει τα Windows NT σε κάθε τομέα. Αυτό το γνωρίζει η Microsoft[30] και για αυτό διαδίδει FUD. Όμως, το FUD δεν αντέχει σε μια προσεκτικότερη ματία.
30: http://www.opensource.org/halloween/
Προσέξτε τι ... FUD σας ταϊζουνε!